Σάββατο 30 Ιανουαρίου 2016

Ο Γιώργος Μπάτης, ή Ζωρζ Μπατέ και η "Οδός Απελπισίας"

ΤΑ ΜΕΘΕΝΑ ΚΑΙ Η ΚΟΡΣΙΚΗ " ΓΕΝΝΗΣΑΝ" ΤΟ ΓΙΩΡΓΟ ΜΠΑΤΗ


Ο μεγάλος ρεμπέτης του Πειραιά Γιώργος Τσωρός, γνωστός ως Γιώργος Μπάτης ή Αμπάτης ήταν από τους πρώτους μάγκες και ρεμπέτες του Πειραιά που έπαψε νάχει εδώ και πολλά χρόνια.
Γιατί, πώς να το κάνουμε, στον Πειραιά «ανδρώθηκε» το μπουζούκι, στον Πειραιά βγήκαν οι πρώτοι «μπουζουξήδες», και δημιουργήθηκε το πρώτο λαϊκό συγκρότημα. Στον Πειραιά γεννήθηκαν οι πρώτοι αριστοκράτες μάγκες, ο Γιώργος Αμπάτης ή Μπάτης, ο Μήτσος Γκόγκος ή Μπαγιαντέρας ο Στέλιος Κερομύτης και άλλοι που δίδαξαν το μπουζούκι και το λαϊκό ή «αλανιάρικο» τραγούδι.



Ο Γιώργος Αμπάτης ή Μπάτης , ψευδώνυμο του Γιώργου Τσωρού, γεννήθηκε στα Μέθενα - στη Μούσκα - το 1886. Οταν ήταν οκτώ ετών η οικογένειά του μετακόμισε στον Πειραιά. Πήρε το ψευδώνυμο Αμπάτης ή Μπάτης γιατί οι πρόγονοί του είχαν συγγενέψει με τον Κεφαλλονίτη ταγματάρχη Ιωσήφ Αμπάτη που ήταν στο στρατό του στρατηγού Φαβιέρου ο οποίος στα 1826 έφτιαξε κάστρο στο στενό των Μεθάνων. Στον ταγματάρχη αυτό το Ελληνικό Κράτος, μετά την απελευθέρωση, είχε δωρίσει μια μεγάλη έκταση γης στην Καλλονή για την προσφορά του προς το Εθνος. Ο Ιωσήφ Αμπάτης έμεινε μόνιμα στην Ελλάδα και έφτασε μέχρι το βαθμό του συνταγματάρχη. Αναφέρεται ότι ο αγωνιστής αυτός είχε έρθει από το Βονιφάτιο της Κορσικής, και γι αυτό είχε ονομαστεί Φιλέλληνας. Εθεωρείτο δε ευγενούς καταγωγής, γι αυτό και ο Μπάτης έκανε ψευδώνυμό του το Αμπάτης, που για λόγους ευκολίας προφοράς κατέληξε σε Μπάτης.

Ο Γιώργος Μπάτης ή Αμπάτης ( Τσωρός), χωρίς κανένας από τους δικούς του να είναι μουσικός, χωρίς να έχει κανέναν να τον σπρώξει στο τραγούδι, έγινε μουσικός.
Στο σπίτι του διατηρούσε μια μεγάλη συλλογή από λαϊκά και ρεμπέτικα όργανα. Είχε πέντε μπουζούκια, δυο μπαγλαμάδες, ένα μισομπούζουκο, μια κιθάρα και μια ρομβία-λατέρνα.

Στα μέσα της δεκαετίας του 1920 άνοιξε το χοροδιδασκαλείο του " Κάρμεν".
Στα 1931 άνοιξε έναν καφενέ, το "Ζωρζ Μπατέ", στα Λεμονάδικα του Καραϊσκάκη (Ακτή Τζελέπη) που έμελλε να γίνει λίκνο του λαϊκού μας τραγουδιού.
Η αγάπη του για το μπουζούκι κάνει τον καφενέ του στέκι όλων των μπουζουξήδων και των ρεμπέτηδων της εποχής. Εκεί σύχναζαν ο Βαμβακάρης, ο Στράτος, ο Δεληάς, ο Κερομύτης, Ο Μουφλουζέλης, ο Γιάννης Παπαϊωάννου και άλλοι φίλοι του ρεμπέτικου.
Ο Μουφλουζέλης μάλιστα, χρησιμοποιεί το καφενείο και για σπίτι του, αφού κοιμάται εκεί.
Ο Γιώργος Μπάτης είχε μια παθολογική αγάπη για το μπουζούκι και το μπαγλαμά. Ολοι οι νέοι που ήθελαν να μυηθούν στο μπουζούκι σύχναζαν στο καφενείο του (ντεκέ) και μάθαιναν τα «κόλπα» του μαγικού οργάνου.

Το 1932 ο Μπάτης δημιούργησε το πρώτο λαϊκό συγκρότημα. Πήρε με το ζόρι το Μάρκο που ήταν εκδοροσφαγέας στη Δραπετσώνα, το Στράτο που ως τότε ασκούσε το επάγγελμα του βαρκάρη και τον μπουζουξή Δεληά. Εκαναν πρόβες, συγχρονίστηκαν και σε λίγες μέρες παρουσίασαν δικό τους πρόγραμμα στο Χαϊδάρι.

Το 1937 του κλείνουν το καφενείο στου Καραϊσκάκη, και τότε αναγκάζεται να κάνει άλλο στο Γιουσουρούμ του Πειραιά. Και στο νέο του καφενέ συνεχίζει να διδάσκει το μπουζούκι.

Αλλά εκτός από τη μουσική αυτή «μυσταγωγία» στο καφενείο οι φίλοι ακούνε και τα γνωστά του καλαμπούρια. Λέγεται ότι στο καφενείο του Μπάτη σύχναζε και ο ποιητής Ναπολέων Λαπαθιώτης, ο οποίος έδωσε πολλά ποιήματά του στους ρεμπέτες της εποχής να τα μελοποιήσουν. Όμως τα τραγούδια δεν τα εξέδωσε ποτέ ο Λαπαθιώτης, γι' αυτό δεν μπορούμε να ξέρουμε ποια είναι δικά του.


Ο Μπάτης, όπως και ο Μασέλος, ντυνόταν πάντα στην «πένα». Στο κλασικό στυλ του «παλιόμαγκα», με μαύρο κουστούμι, άσπρο πουκάμισο, παπιγιόν, σκληρό καπέλο και κρατούσε μπαστουνάκι. Φορούσε στιβάλια μυτερά και ψηλοτάκουνα, χαρακτηριστικά παπούτσια των «Κουτσαβάκηδων».


Εγραψε πάρα πολλά τραγούδια, που όλα σχεδόν έγιναν επιτυχίες. Τα πιο γνωστά είναι:

Η ΑΤΣΙΓΓΑΝΑ , ΜΑΓΚΕΣ ΚΑΡΑΒΟΤΣΑΚΙΣΜΕΝΟΙ, Ο ΘΕΡΜΑΣΤΗΣ, ΓΚΑΜΗΛΙΕΡΙΚΟ, ΓΥΦΤΟΠΟΥΛΑ (ΣΤΟ ΧΑΜΑΜ), ΒΑΡΚΑ ΜΟΥ ΜΠΟΓΙΑΤΙΣΜΕΝΗ, ΟΙ ΦΥΛΑΚΕΣ ΤΟΥ ΩΡΩΠΟΥ, ΤΟ ΜΠΑΡΜΠΕΡΑΚΙ, Ο ΦΑΣΟΥΛΑΣ, ΟΙ ΣΦΟΥΓΓΑΡΑΔΕΣ, ΟΙ ΦΩΝΟΓΡΑΦΗΤΖΗΔΕΣ, ΜΠΑΤΗΣ Ο ΔΕΡΒΙΣΗΣ, ΣΟΥ ΄ΧΕΙ ΛΑΧΕΙ, ΖΕΜΠΕΚΑΝΟ ΣΠΑΝΙΟΛΟ (Ζούλα σε μια βάρκα) - το πασίγνωστο "Ζούλα σε μια βάρκα μπήκα, στη σπηλιά του Δράκου βγήκα" *.


* Η σπηλιά του Δράκου
βρισκόταν πίσω από τον Κερατόπυργο στο Κερατσίνι, αριστερά όπως εισπλέουμε προς τον όρμο, κάτω από το λεγόμενο "θρόνο του Ξέρξη" - έναν ισόπεδο βράχο. Στη θέση αυτή υπήρχε κυλινδρικός πύργος, μάλλον ανεμόμυλος, ο λεγόμενος μύλος του Δράκου, από τα ερείπια του οποίου χτίστηκε πυριτιδαποθήκη, που όμως καταστράφηκε από έκρηξη των πυρομαχικών.
  Ο Γιώργος Μπάτης είχε κι άλλα παρατσούκλια: Ντερβίσης, Μάγκας του Πειραιά, Δάσκαλος. Το Δάσκαλος  αφορούσε την προσφορά του στο λαϊκό τραγούδι.
    Τελικά ο Μπάτης άρχισε να παρακμάζει  στο τέλος της δεκαετίας του 30. Εμειναν όμως να συνεχίζουν οι άλλοι: Βαμβακάρης, Στράτος, Δελιάς, Μουφλουζέλης, Κερομύτης , Γκόγκος και άλλοι.
     Γύρω στα 1964  τον γνώρισα στο "Γιαχνί σοκάκι"  και μου διηγιόταν τις ιστορίες του.
   Μέχρι τις 10 Μαρτίου του 1967 που  πέθανε  ο  Μπάτης, σύχναζε στο Ρολόϊ του   Πειραιά και στην κωλότσεπη    είχε  πάντα κρυμμένο ένα μπαγλαμαδάκι.Μαζί μ αυτό τον έθαψαν.  Εκεί στο Ρολόϊ τον είχα συναντήσει  πολλές  φορές  σχεδόν τυφλό γύρω  στ 1962-64.
    Σήμερα  στα Μέθενα και στο Αγκίστρι  υπάρχουν  οικογένειες με το επώνυμο Τσωρός και στην Κεφαλλονιά με το επώνυμα  Αμπάτης. Φυσικά τα επώνυμα αυτά υπάρχουν και στην Αθήνα  και τον Πειραιά. 
     Ο Μπάτης είχε παντρευτεί δυο φορές.  Με τη δεύτερη γυναίκα   του απόκτησε μία  κόρη την Ελένη, και τον Θανάση  που  έπαιζε κι αυτός μπουζούκι αλλά  πέθανε νωρίς,  πριν από τον πατέρα του. Η Ελένη  παντρεύτηκε  τον Ποριώτικης  καταγωγής  Βασίλη Ρίτσο (συγγενή της οικογένειας Βίκου). Ελένη και Βασίλης  απόκτησαν  μια κόρη που   παντρεύτηκε   τον  αστυνομικό   Θεοχάρη.  Δισέγγονός του  ο Αναστάσιος  Θεοχάρης που ενδιαφέρεται να  δημιουργήσει μουσείο  Μπάτη  όπως μου είπε σε συνάντησή μας  παρουσία και του αρχιτέκτονα Γιώργου Βασιλακόπουλου.  
       Πολλά από τα αντικείμενα του Μπάτη που συγκέντρωσε ο Ηλίας Πετρόπουλος υπάρχουν καταχωνιασμένα στη Γεννάδειο Βιβλιοθήκη Οπως ο μπαγλαμάς του Μπάτη που γράφει «ο μάγκας» στο ηχείο. Κι ακόμα, ένα σκαφτό μπουζούκι της φυλακής από τις αρχές του αιώνα με ζωγραφισμένο ηχείο που γράφει «Ακροναυπλία». Και πλήθος χειρόγραφες παρτιτούρες με τη μουσική ρεμπέτικων τραγουδιών. Και δεκάδες, εκατοντάδες ρεμπέτικα τραγούδια, ανορθόγραφα γραμμένα σε χειρόγραφα ή δακτυλόγραφα, με την υπογραφή συχνά του δημιουργού τους, ή με τη σφραγίδα της λογοκρισίας του Μεταξά...
      Συγγενείς του υπάρχουν και στον Πόρο  με το επώνυμο Ρίτσου και Βίκου
πηγή

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου