Τετάρτη 24 Αυγούστου 2016

Τα μαχαιρια στα ρεμπετικα

γραφει ο Πανος Σαββοπουλος

Βρε μάγκα, το μαχαίρι σου για να το κουσουμάρεις πρέπει να έχεις την ψυχή, καρδιά για να το βγάλεις»
Κουτσαβάκι, Ανέστη Δελιά, 1936
Για τα μαχαίρια στα ρεμπέτικα και στη μαγκιά ο λόγος σήμερα, γι' αυτά τα κρύα, αιχμηρά και τελικά επικίνδυνα... αντικείμενα, όπως «κρύες» ακούγονται και οι γνωστές λαϊκές εκφράσεις «Είναι στα μαχαίρια...», «Το μαχαίρι έφτασε στο κόκαλο...» και άλλες.

Κύριο σύμβολο του ανδρισμού ήταν κάποτε το μαχαίρι για τους μάγκες. Αλλωστε είναι γνωστό ότι ήδη από τα τέλη του 1800 όλα τα κουτσαβάκια κρατούσαν από ένα μαχαίρι, το οποίο μαζί με το κομπολόι, το ζουνάρι, το καπέλο, αλλά και το μουστάκι ήταν τα «σήματα κατατεθέντα» της υπόστασής τους. Ετσι στο τραγούδι Το κουτσαβάκι (πάλι μεθυσμένος είσαι) με τον Γιαγκούλη, σε μια ηχογράφηση στην Πόλη το 1906, ακούμε: «...Αν είσαι κουτσαβάκι πού 'ν' η καμίτσα σου...».
Οι περισσότεροι μάγκες στερέωναν το μαχαίρι τους στο ζουνάρι, έτσι ώστε αυτό να φαίνεται! Κάποιοι μάγκες χόρευαν ζεϊμπέκικο κρατώντας μαχαίρι, ενίοτε μάλιστα δύο. Υπήρχαν και μερικοί που όταν έμπαιναν στην ταβέρνα, και πριν ακόμα παραγγείλουν οτιδήποτε, κάρφωναν το μαχαίρι τους πάνω στο τραπέζι. Οι ειδικοί περί την ανθρώπινη ψυχή λένε ότι όλ' αυτά τα έκαναν, πιθανά, διότι δεν ήταν πολύ υπερήφανοι για τον φαλλό τους και ενδεχομένως τη λειτουργία του, οπότε έπρεπε «κάτι» να (επι)δείξουν. Η περίπτωση είναι ανάλογη με αυτή του επιδειξιομανούς («περιστεράκια» επί το λαϊκότερον, flasher επί το αγγλικότερον, blottare επί το σουηδικότερον κ.ο.κ.), ο οποίος με τις «επιδείξεις» του θέλει να αποδείξει ότι δεν είναι ευνουχισμένος. Σημειωτέον ότι η παθολογία αυτή απαντάται μόνο σε άρρενες. Οι ίδιοι ειδικοί, πάλι, βάζουν στην ίδια κατηγορία τους πιστολάδες και τους εποχούμενους επικίνδυνους «γκαζάκηδες» των, εθνικών κυρίως, οδών. Οπωσδήποτε, όπως αντιλαμβάνεστε, το θέμα «μαχαίρι και ανδρισμός» έχει πολύ ψωμί...
Γενικά δεν θα χαρακτήριζα τη μαγκιά αιμοβόρα και εκδικητική. Σημειωτέον ότι η φράση «θα σου πιω το αίμα» δεν προέρχεται από τον κόσμο της μαγκιάς. Είναι πολύ παλαιότερη και έχει σχέση με τη συνήθεια αυτού που χτυπούσε με μαχαίρι, να γλείφει μετά την πράξη του τη ματωμένη λεπίδα. Η βαθύτερη αιτία είναι ότι ήθελε έτσι να πάρει τη δύναμη του θύματός του, κάτι που έχει τη ρίζα του στις «κανιβαλιστικές ταυτίσεις» για τις οποίες μιλάει η ψυχανάλυση. Η εκκλησιαστική φράση «Σώμα και αίμα Χριστού μεταλάβετε...» δεν είναι καθόλου άσχετη μ' αυτό, μόνο που εδώ πρόκειται για πράξη συμβολική και η «θυσία» είναι αναίμακτη. Και μια και το 'φερε ο διάολος, ήγουν η κουβέντα, συγκρίνετε το «γλυκό κρασάκι με το ψωμί» στη μεταλαβιά των Ορθοδόξων με την άνοστη (αντι-«ηδονική») φαρίνα της «όστιας (hostia)» των Καθολικών. Και σε όσους ψάχνονται και αρέσκονται να «ξύνονται», συστήνω σχετικώς το διήγημα «Η σαρξ» του Αντώνη Σαμαράκη.
Η πόσις αίματος πάντως έχει περάσει και σε κάποια ρεμπέτικα. Αναφέρω ενδεικτικά:
1. Από κάτω απ' τις ντομάτες (παραδοσιακό) - Γ. Ιωαννίδης, 1928.
Στο 4ο στιχάκι ακούμε: «Βάρα με με το στιλέτο κι όσο αίμα βγάλω, πιέ' το».
2. Ο πιτσιρίκος - Γ. Δραγάτση, Μ. Φρατζεσκοπούλου, 1934.
Στο τελευταίο στιχάκι ακούμε: «Σαν θέλεις αίμα για να πιεις, έβγα για να μ' εκδικηθείς».
Οπωσδήποτε οι μάγκες χρησιμοποιούσαν το μαχαίρι κυρίως σαν όπλο άμυνας και προστασίας τους, για να επιβάλουν τον δικό τους «νόμο», για να εκδικηθούν, αλλά και για να απειλήσουν. Τις πιο πολλές φορές το χρησιμοποιούσαν μόνο για απειλή, κι αυτό λέει πάρα πολλά... Πολλά είναι όμως και τα τραγούδια τα οποία μιλάνε για απειλές με μαχαίρι. Να κάποια ενδεικτικώς:
1. Το πιο χαρακτηριστικό, νομίζω, τραγούδι που μιλάει για χρήση μαχαιριού με σκοπό απειλές και... φιγούρα είναι το Κουτσαβάκι του Ανέστη Δελιά, από το 1936. Κάποια στιχάκια τα λένε όλα: «Βρε μάγκα το μαχαίρι σου για να το κουσουμάρεις, πρέπει να έχεις την ψυχή, καρδιά για να το βγάλεις». Και παρακάτω «Αλλού να πας φιγουρατζή, να κάνεις τη φιγούρα...» και στο τέλος «...θα 'ρθω με το κουμπούρι μου και θα σε ξεφτιλίσω». («Κουσουμάρω», εδώ, σημαίνει «χρησιμοποιώ», «μεταχειρίζομαι».)
2. Για αποτελεσματική απειλή με μαχαίρι ακούμε στο ζεϊμπέκικο του Κώστα Τζόβενου Ενας μάγκας στον τεκέ μου με τη Ρόζα Εσκενάζη, από το 1933. Ο ζημιάρης μάγκας λοιπόν, που σ' έναν τεκέ έσπασε τον αργιλέ, πέταξε το καλάμι και τσάκισε τον μπαγλαμά, όταν απειλήθηκε με μαχαίρι απ' τον τεκετζή τού είπε: «Για σταμάτα βρε βλαμάκι, μην τραβάς το μαχαιράκι, θα πλερώσω τη ζημιά σου, μη χαλάει η καρδιά σου».
3. Στο ζεϊμπέκικο Μπελεντέρια του Σ. Περιστέρη, από το 1934, με τον Ζ. Κασιμάτη, ακούμε για σύρραξη σε τεκέ που την ...έπεσαν μπάτσοι (έτσι αναφέρονται στο τραγούδι) και την προσπάθεια των θαμώνων να σώσουν το ιερό τους σκεύος τους, δηλαδή τον αργιλέ (μάπα). Λένε λοιπόν στους... εισβολείς: «Τον μάπα εμείς δε δίνομε, το αίμα μας το χύνομε, τραβάτε τα μαχαίρια σας, τον αργιλέ στα χέρια σας».
4. Μεγάλο ενδιαφέρον, από πολλές απόψεις, έχουν οι απειλές με μαχαίρι που εκτόξευαν κάποιοι εναντίον γυναικών. Σχεδόν ποτέ δεν κινδύνευε η ζωή της δύσκολης, άστατης ή και άπιστης γυναίκας. Συνήθως δηλωνόταν απειλητικά η πρόθεση για ...κατάλυση της συνέχειας της επιδερμίδας της και υπαινίσσομαι το ...σημάδεμά της. Ο Κώστας Σκαρβέλης έχει δύο ωραιότατα σχετικά παραδείγματα με απειλές προς άτακτες κυρίες, και μάλιστα με την ίδια φράση-απειλή. Το ένα είναι η Τουρκολιμανιώτισσα με τον Γ. Ασίκη, από το 1933. Λέει: «Θα σου ανοίξω μια πληγή στο στήθος το βαμμένο...».
5. Οι ρεμπέτισσες, όμως, δεν φοβούνταν καθόλου τα μαχαίρια. Ετσι στη Λιλή τη σκανδαλιάρα του Π. Τούντα, από το 1931, ακούμε τη Λιλή να λέει «...δε φοβούμαι τα μαχαίρια...».
6. Στο συρτό Στο ντουρσέκι του Τσάμα, με τον Ρούκουνα, απ' το 1936, ο απατημένος βλάμης απειλεί και την άπιστη αλλά και τον γκόμενο: «...και θα φάτε καρπαζιές και στο τέλος μαχαιριές...».
7. Μια γουστόζικη φράση με μαχαίρι βρίσκουμε στο Σου 'χει λάχει του Γ. Μπάτη, απ' το 1932. Λέει λοιπόν το προτελευταίο στιχάκι: «Παναγιά μου, δώσ' του δώσ' του μαχαιριές κι εγώ γιατρός του».
Και μετά τις απειλές με μαχαίρια, να περάσομε σε... πράξεις μ' αυτά. Και πρώτα σε τραγούδια με τραυματισμούς, πάντα ενδεικτικώς.
1. Στο παραδοσιακό Πολίτικο ζεϊμπέκικο με τον Νταλγκά, από το 1929, ακούμε «...εκεί μού την εδώσανε τη μαχαιριά στη ράχη». Μάλιστα τη μαχαιριά την έφαγε ως φαίνεται από παλικαρά «επιδειξία», γι' αυτό και τον ξεμπροστιάζει στο τελευταίο στιχάκι: «...τι το 'χεις το πιστόλι και το κουμπούρι δίκαννο, να σε τρομάζουν όλοι;».
2. Ενα ζηλευτό παιδί-τζιμάνι βάρεσαν, σύμφωνα με το τραγούδι Το μπαγλαμαδάκι σπάσε, σύνθεση του Αντώνη Νταλγκά, από το 1933, με τον ίδιον. Δεν τον σκότωσαν όμως, αλλά «Πέντε μαχαιριές του δώσαν ρε, για μια Σμυρνιά, δυο νταήδες Πειραιώτες μες στην Κοκκινιά».
3. Μες στον τεκέ της Μαριγώς, των Σ. Περιστέρη - Κ. Μακρή, από το 1935, με τον Γ. Παπασιδέρη. Μιλάει για τραυματισμό μυστικού αστυνομικού και λέει «...τότε τράβηξα μαχαίρι και τον βάρεσα στο χέρι, ...του 'κανα μια ματσαράγκα και του το 'στριψα του μάγκα».
Πάμε τώρα στους φόνους με μαχαίρι. Στα σχετικά τραγούδια οι περισσότερες περιπτώσεις είναι «φόνος εκ προμελέτης» και λίγες είναι «φόνος εν θερμώ». Ιδού!
1. Μες στου Συγγρού τη φυλακή («Παραδοσιακό»), Μ. Παπαγκίκα, 1926. Λέει: «Μες στου Συγγρού τη φυλακή σκοτώσαν ένα χασικλή» και «Τρεις μαχαιριές του δώσανε, στον τόπο τον ξαπλώσανε».
2. Για καβγά θανάσιμο ακούμε στο τραγούδι Οι δυο σερέτες, του Μ. Χρυσαφάκη, με τον Νταλγκά, από το 1933: «Και τραβάνε τα μαχαίρια και χτυπιόνται στα γερά και ο Γιάννης ξεμπερδεύει το Βαγγέλη το φονιά».
3. «...τον βλάμη που γουστάριζες τον έκανα κομμάτια...» ακούμε στο ζεϊμπέκικο του Μάρκου Στα σίδερα με βάλανε, από το 1933, και βέβαια «κομμάτια» σημαίνει χρήση μαχαιριού. Αλλωστε στο δεύτερο στιχάκι λέει «...μόλις θα βγω απ' τα σίδερα θα σφάξω κι άλλους δέκα».
4. Στο τραγούδι Μάνα μη με καταριέσαι, του Κ. Σκαρβέλη, με τον Γ. Κάβουρα, από το 1935, ο αδελφός λέει για την αδελφή του ότι «...τη βάρεσα μες στην καρδιά...», γιατί «...αγκαλιασμένη ήτανε μ' έναν γλυκό μου φίλο». Τι να πω; Αβυσσος η ψυχή του αδελφού, της αδελφής...
Να επισημανθεί εδώ ότι το μαχαίρι εμφανίζεται με διάφορα ονόματα στη μαγκιά και στα τραγούδια της:
1. Ετσι ακούμε για «λεπίδι» στο Καλέ μάνα δε μπορώ, με τον Σπαχάνη, από το 1931: «...έφαγα μια λεπιδιά...».
2. Στο Κουβέντες στη φυλακή, του Π. Τούντα, με τον Στελλάκη, από το 1936, ακούμε με σπαρταριστό τρόπο για «κάμα»: «...τρεις κάμες ξεβρακώσαμε μα βγήκαμε χαμένοι...».
3. Στο Μια μπαμπεσιά θελήσαν, των Σ. Περιστέρη - Κ. Μακρή, από το 1936, με τον Κώστα Ρούκουνα, το μαχαίρι το λένε «βουβή»: «...και τη βουβή για χάρη σου να μου τήνε καρφώσουν...».
Δεν θα μπορούσα να παραλείψω και κάποιες μαχαιριές, αλλά σε εισαγωγικά, ήγουν με μεταφορική έννοια.
Ετσι στο Λούλα μου Αθηνούλα μου, του Τούντα, από το 1934, με τη Μαριώ Μαρκοπούλου, ακούμε ότι «Μ' ένα μαχαίρι δίκοπο με κάρφωσες...και καρφωμένο μ' έχεις...».
Να μην παραλείψω να προσθέσω ότι τη φράση «τράκα τρούκα τη μαχαίρα», που προέρχεται από τη δημοτική παράδοση, την ψάρεψα σε κάποια ρεμπέτικα, όπως στο παραδοσιακό Η Νταμίρα, με τον Νταλγκά, από το 1926: «Να κι ο Γιάννης από πέρα χράπα χρούπα τη μαχαίρα».
Τέλος, ετυμολογικά η λέξη «μαχαίρι» είναι υποκοριστικό της λέξης «μάχαιρα», που σημαίνει το μεγάλο μαχαίρι, και προέρχεται από τη μεσαιωνική «μαχαίριν», η οποία με τη σειρά της προέρχεται από την αρχαία «μαχαίριον». *

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου