Κυριακή 28 Απριλίου 2019

Πώς ένα άλογο κι ένας σπουργίτης βοηθούν ο ένας τον άλλο

του Αρ.Π.Κουρτίδη

Ήταν χειμώνας, χιόνια σκέπαζαν τα βουνά και τους κάμπους, κάτασπρες ήταν οι στέγες των σπιτιών.
Τα σπουργίτια δεν έβρισκαν τροφή και πεινούσαν.
Ένα σπουργίτι πέταξε στο στάβλο ενός αλόγου.
-Μου δίνεις την άδεια να φάω κι εγώ λίγους σπόρους; του λέει. Όλα γύρω τα σκέπασαν τα χιόνια. Δε βρίσκω να φάω και πεινώ, το άμοιρο. Αν έβρισκα, δε θα ζητιάνευα.
Το άλογο αποκρίθηκε με καλοσύνη:
-Έλα κοντά με θάρρος και φάει όσο θέλεις. Είναι εδώ αρκετό κριθάρι και για μένα και για σένα.
Το σπουργίτι πλησίασε, κι έτσι έτρωγαν μαζί, σαν αγαπημένοι φίλοι. Αφού χόρτασε το σπουργίτι είπε:
-Σ'ευχαριστώ, σ'ευχαριστώ πολύ Μου έκαες μεγάλη χάρη και δε θα τη λησμονήσω.
Κι ενώ πετούσε, έλεγε με το νου του:
- Η χάρη θέλει αντίχαρη. Μα τι μπορώ να κάμω, εγώ ο μικρός, στο μεγάλο και δυνατό άλογο;
Πέρασε ο χιεμώνας, ήρθε η άνοιξη κι ύστερα το καλοκαίρι. Πολύ μεγάλη ήταν η ζέστη.
Πλήθος μύγες ήταν στο στάβλο και πείραζαν το άλογο και δεν το άφηναν να ησυχάσει.
Τότε είπε ο σπουργίτης:
-Να ωρα, να κάμω κι εγώ κάτι για το καλό άλογο.
Πέταξε μέσα στο στάβλο και κατάπινε τις μύγες.
Έτσι χόρταινε, μα και  λευτέρωνε το φίλο του από τη μεγάλη ενόχληση. Το άλογο χλιμίντριζε από ευχαρίστηση, σα να έλεγε στο σπουργίτη:
Σ'ευχαριστώ αγαπηητό μου σπουργιτάκι.

(Από το βιβλίο ιστορίες, Αναγνωστικό Β' Δημοτικού)

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου