Τρίτη 24 Φεβρουαρίου 2015
Το ακορντεόν στο ρεμπέτικο
γράφει ο Κώστας Παναγόπουλος
Το ακορντεόν και ο πρόγονός του, η αρμόνικα, έπαιξαν σημαντικό -αν και ακόμα όχι αναγνωρισμένο- ρόλο στο ρεμπέτικο. Το ελληνικό λαικό τραγούδι των αστικών περιοχών ξεκίνησε βασικά με το Σμυρνέικο, το Πολίτικο και το ρεμπέτικο και στις αρχές είχε πολλές ομοιότητες με το παραδοσιακό και δημοτικό τραγούδι.
Οι πρώτες δισκογραφήσεις ρεμπέτικων έγιναν από το 1900 μέχρι το 1922 στην Κωνσταντινούπολη και τη Σμύρνη και από το 1910 στην Αμερική, που μετά το 1917 πολλαπλασιάστηκαν. Στην Αθήνα μέχρι το 1922 οι δισκογραφήσεις ήταν ελάχιστες. Οι περισσότερες έγιναν μετά τη Μικρασιατική καταστροφή. Το Σμυρνέικο ήκμασε ήδη από τα τέλη του 19ου και τις αρχές του 20ού αιώνα. Το ρεμπέτικο, με ρίζες που χάνονται στο 2οήμισυ του 19ουαιώνα και στο Σμυρνέικο, αναπτύχθηκε κυρίως γύρω στον Πειραιά και άλλα μεγάλα λιμάνια, κυρίως μετά τη Μικρασιατική καταστροφή του 1922 και ήκμασε μέχρι το 1952, οπότε και μεταλλάχτηκε σε αυτό που ονομάζουμε «λαικό».
Αρμόνικα
Η αρμόνικα είναι αερόφωνο όργανο με μεταλλικές ελεύθερες γλωσσίδες, χειροκίνητη φυσούνα και κουμπάκια στο δεξί χέρι, πρόγονος του ακορντεόν. Πρωτοκατασκευάστηκε στις αρχές του 19ουαιώνα στη Βιέννη. Είναι όργανο (ή μάλλον οικογένεια οργάνων) που, όπως και το ακορντεόν, παρουσιάζει μεγάλη ποικιλομορφία. Ήρθε στην Ελλάδα κυρίως από Μικρασιάτες πρόσφυγες και έγινε γνωστό με διάφορες ονομασίες (φύσα, φυσαρμόνικα, μισοφωνία ή μεσοφωνία, πολίτικη αρμόνικα κλπ), που αντιπροσωπεύουν παρόμοια ή και διαφορετικά όργανα. Σε καταστήματα της Κωνσταντινούπολης ή της Σμύρνης πωλούνταν και αρμόνικες. Η αρμόνικα χρησιμοποιήθηκε ευρέως στο Σμυρνέικο και το ρεμπέτικο από λαικούς οργανοπαίχτες, στην Κωνσταντινούπολη, τη Σμύρνη και την Αθήνα, από τα τέλη του 19ουαιώνα μέχρι και τα μέσα της δεκαετίας του 1930. Εγκαταλείφθηκε όταν τελικά την αντικατέστησε το ακορντεόν και σήμερα η αρμόνικα είναι πλέον άγνωστο όργανο στην Ελλάδα. Σε άλλες χώρες όμως (Αυστρία, Σλοβενία, Ιταλία, Πορτογαλλία κ.α.) συνεχίζει να είναι δημοφιλής και να χρησιμοποιείται στη λαική μουσική. Η αρμόνικα είναι μικρότερη, ελαφρότερη και απλούστερη, αλλά και πιο δύσκολη στο παίξιμο απο το ακορντεόν και έχει οξύτερο ήχο. Είναι διατονική, με διαφορετικές νότες στο άνοιγμα και το κλείσιμο της φυσούνας και γιαυτό απαιτεί συχνό και ταχύτατο ανοιγοκλείσιμο. Οι Έλληνες λαικοί οργανοπαίχτες της αρμόνικας ανέπτυξαν ιδιαίτερη τεχνική, διαφορετική από τη δυτικοευρωπαική. Έπαιζαν πολύ δεξιοτεχνικά και μονοφωνικά τη μελωδία, χωρίς αλλαγές ηχοχρώματος (ρετζίστρα) και συνήθως χωρίς συνοδεία με μπάσα και συγχορδίες. Πολλές φορές αντικαθιστούσαν το βιολί ή σπανιότερα έπαιζαν μαζί μ’αυτό και το παίξιμό τους έμοιαζε με το παίξιμο του βιολιού. Προφανώς χρησιμοποιούσαν αρμόνικες με περισσότερες από μία σειρές κουμπιών, με δυνατότητα για χρωματική κλίμακα. Δεν είναι γνωστό το ακριβές είδος αρμόνικας που χρησιμοποιήθηκε στις δισκογραφήσεις. Επίσης πολλές φορές οι ονομασίες αρμόνικα και ακορντεόν συγχέονται. Φωτογραφία μουσικών με αρμόνικα, σαν αυτήν της photo 3 & 4, σαντούρι (Γιακουμής Μοντανάρης) και κιθάρα, σε γάμο το 1928, υπάρχει στο βιβλίο του Πετρόπουλου (σελ.46). Παρόμοια αρμόνικα, με την επιγραφή «Regal Melodeon», 2 σειρές κουμπιών (10+9), στο δεξί χέρι, 2 ρετζίστρα από πάνω και 4 «κουτάλια» στο αριστερό χέρι, χρησιμοποιούσε ο Νίκος Κουλαξίζης.
Ακορντεόν
Το ακορντεόν στο ρεμπέτικοΤο ακορντεόν είναι λαικό όργανο και χρησιμοποιείται στη λαική μουσική πολλών χωρών. Ο τύπος του ακορντεόν που επικράτησε αποκλειστικά στην Ελλάδα από το 1930 είναι αυτός με πλήκτρα σαν του πιάνου στο δεξί χέρι (piano accordion). Αν και συγκερασμένο, δυτικοευρωπαικής προέλευσης όργανο, κατάφερε, χάρη σε ιδιαίτερες τεχνικές και μελίσματα που ανέπτυξαν οι λαικοί ακορντεονίστες, να ενσωματωθεί στη λαική μας παράδοση και να συμπράξει άνετα ακόμα και με ασυγκέραστα όργανα. Ήταν ένα από τα όργανα της ρεμπέτικης και της λαικής ορχήστρας, του Μάρκου Βαμβακάρη, του Χατζηχρήστου, του Παπαιωάννου, του Τσιτσάνη κ.ά. Αντικαταστάθηκε παροδικά από τη «μόδα» του ηλεκτρονικού «αρμονίου», αλλά ήδη η δημοτικότητά του ανεβαίνει και έχει αρχίσει να επανέρχεται στις ρεμπέτικες κομπανίες.
Λαικοί δεξιοτέχνες της αρμόνικας και του ακορντεόν
Ήδη από τις αρχές του 20ουαιώνα σπουδαίοι λαικοί δεξιοτέχνες της αρμόνικας και στη συνέχεια του ακορντεόν, πλούτιζαν τα παραδοσιακά, τα σμυρνέικα, τα ρεμπέτικα και τα λαικά με τον ιδιαίτερο ήχο του οργάνου τους. Οι γνωστότεροι ήταν ο Αμιράλης ή «Παπατζής», ο Τρίμης και ο Κουλαξίζης. Οι δύο πρώτοι είναι αυτοί που έπαιζαν αρμόνικα στις περισσότερες παλιές γραμμοφωνήσεις των 78 στροφών.
«Παπατζής»
Ο Αντώνης Αμιράλης ή «Παπατζής» (Κορδελιό Σμύρνης 1896 - Αθήνα 1959) ήταν δεξιοτέχνης της αρμόνικας και κατόπιν του ακορντεόν, συνθέτης και στιχουργός. Έπαιζε επίσης βιολί και μπουζούκι. Από τα τέλη της δεκαετίας του 1920 κυριαρχεί στις δισκογραφήσεις με αρμόνικα. Υπάρχουν προσφωνήσεις σε δίσκους «Γειά σου Παπατζή με την αρμόνικά σου!» «Ώπα! Αντώνη μου , μ’έκαψες με τη φύσα σου», «Αντώνη μου! Άχ! Μ’έχει πεθάνει η μισοφωνία σου, Αντωνάκη μου!» «Γειά σου Παπατζή μου, γειά σου!».
Τρίμης
Ο Μιχάλης Τρίμης (Αθήνα 1907-1981) έπαιζε αρμόνικα και ακορντεόν μέχρι το 1960. Ο πατέρας του Σπύρος Τρίμης έπαιζε κι αυτός αρμόνικα και επισκεύαζε αρμόνικες. Όταν έπαιζαν μαζί, τους φώναζαν «ο Τρίμης και το Τριμάκι». Ο Μιχάλης Τρίμης είχε εργαστήριο επισκευής ακορντεόν στην οδό Ζωοδόχου Πηγής με τον γιό του Στέλιο, που μετεκπαιδεύτηκε στο Τρόσσινγκεν της Γερμανίας, στη Χόνερ. Το είχα επισκεφθεί στα τέλη της 10ετίας του 50 αλλά και αργότερα, που μετακόμισαν στην Χαριλάου Τρικούπη 1 και Πανεπιστημίου, για το ακορντεόν μου. Εκεί ο Μιχάλης Τρίμης δούλευε μέχρι το τέλος της ζωής του. Μετά τον θάνατό του, ο Στέλιος με τον γιό του Μιχάλη άνοιξαν μουσικό οίκο στο ισόγειο του ίδιου κτιρίου. Υπάρχουν προσφωνήσεις σε δίσκους «Γειά σου Τρίμη με τη φύσα σου!» «Γειά σου Τριμάκη με τη φύσα σου!» «Γειά σου Τριμάκη με τη φυσαρμόνικα!»
Κουλαξίζης
Ο Νίκος Κουλαξίζης, πρόσφυγας στην Καβάλα με καταγωγή από την Κωνσταντινούπολη, έπαιζε αρμόνικα σε c μπάντα στην Κωνσταντινούπολη. Ο μεγαλύτερος γιός του, πρώτος από 4 αδέλφια αυτοδίδακτους μουσικούς, Γιώργος Κουλαξίζης (γεννηθείς το 1925), κορυφαίος λαικός ακορντεονίστας, έπαιζε επίσης και αρμόνικα. Είχε συνεργαστεί με μεγάλα ονόματα του ρεμπέτικου και λαικού τραγουδιού (Βαμβακάρη, Παπαιωάννου, Τσιτσάνη, Γαβαλά, Καζαντζίδη, Τζουανάκο κ.ά.). Τον διαδέχτηκε ο μικρότερος αδελφός του Λάζαρος (γεννηθείς το 1934), δεξιοτέχνης ακορντεονίστας με επίσης μεγάλη και ακμάζουσα καλλιτεχνική δραστηριότητα, άξιος συνεχιστής της οικογενειακής παράδοσης. Επίσης ακορντεονίστας είναι ο Μπάμπης, ενώ ο Αχιλλέας είναι λαικός κιθαρίστας, μπουζουκτσής, συνθέτης και τραγουδιστής και επισκευαστής ακορντεόν. Είχα την ευκαιρία να γνωρίσω τον Αχιλλέα όταν το 2000 μου έκανε «αναπαλαίωση» στο ακορντεόν και είδα ότι παίζει πολύ δεξιοτεχνικά και ακορντεόν.
Άλλοι
Βασίλης Ψαμμαθιανός, Γιάγκος Ψαμμαθιανός, Στέφος, Ιωάννης Φωτίου ή «Χιώτης», Μαυρόπουλος κ.ά. Ο πατέρας του Στέλιου Κηρομύτη έπαιζε «μισοφωνία». Όπως μου είπε ο Θέμης Ρούσσος, παλιός δεξιοτέχνης ακορντεονίστας, ο πατέρας του, Μικρασιάτης πρόσφυγας στη Δάφνη, χορδιστής πιάνων και κατασκευαστής ομπρελλών, έπαιζε «μισοφωνία» με άλλους πρόσφυγες και είχε φτιάξει μόνος του ακορντεόν.
πηγή
Το ακορντεόν και ο πρόγονός του, η αρμόνικα, έπαιξαν σημαντικό -αν και ακόμα όχι αναγνωρισμένο- ρόλο στο ρεμπέτικο. Το ελληνικό λαικό τραγούδι των αστικών περιοχών ξεκίνησε βασικά με το Σμυρνέικο, το Πολίτικο και το ρεμπέτικο και στις αρχές είχε πολλές ομοιότητες με το παραδοσιακό και δημοτικό τραγούδι.
Οι πρώτες δισκογραφήσεις ρεμπέτικων έγιναν από το 1900 μέχρι το 1922 στην Κωνσταντινούπολη και τη Σμύρνη και από το 1910 στην Αμερική, που μετά το 1917 πολλαπλασιάστηκαν. Στην Αθήνα μέχρι το 1922 οι δισκογραφήσεις ήταν ελάχιστες. Οι περισσότερες έγιναν μετά τη Μικρασιατική καταστροφή. Το Σμυρνέικο ήκμασε ήδη από τα τέλη του 19ου και τις αρχές του 20ού αιώνα. Το ρεμπέτικο, με ρίζες που χάνονται στο 2οήμισυ του 19ουαιώνα και στο Σμυρνέικο, αναπτύχθηκε κυρίως γύρω στον Πειραιά και άλλα μεγάλα λιμάνια, κυρίως μετά τη Μικρασιατική καταστροφή του 1922 και ήκμασε μέχρι το 1952, οπότε και μεταλλάχτηκε σε αυτό που ονομάζουμε «λαικό».
Αρμόνικα
Η αρμόνικα είναι αερόφωνο όργανο με μεταλλικές ελεύθερες γλωσσίδες, χειροκίνητη φυσούνα και κουμπάκια στο δεξί χέρι, πρόγονος του ακορντεόν. Πρωτοκατασκευάστηκε στις αρχές του 19ουαιώνα στη Βιέννη. Είναι όργανο (ή μάλλον οικογένεια οργάνων) που, όπως και το ακορντεόν, παρουσιάζει μεγάλη ποικιλομορφία. Ήρθε στην Ελλάδα κυρίως από Μικρασιάτες πρόσφυγες και έγινε γνωστό με διάφορες ονομασίες (φύσα, φυσαρμόνικα, μισοφωνία ή μεσοφωνία, πολίτικη αρμόνικα κλπ), που αντιπροσωπεύουν παρόμοια ή και διαφορετικά όργανα. Σε καταστήματα της Κωνσταντινούπολης ή της Σμύρνης πωλούνταν και αρμόνικες. Η αρμόνικα χρησιμοποιήθηκε ευρέως στο Σμυρνέικο και το ρεμπέτικο από λαικούς οργανοπαίχτες, στην Κωνσταντινούπολη, τη Σμύρνη και την Αθήνα, από τα τέλη του 19ουαιώνα μέχρι και τα μέσα της δεκαετίας του 1930. Εγκαταλείφθηκε όταν τελικά την αντικατέστησε το ακορντεόν και σήμερα η αρμόνικα είναι πλέον άγνωστο όργανο στην Ελλάδα. Σε άλλες χώρες όμως (Αυστρία, Σλοβενία, Ιταλία, Πορτογαλλία κ.α.) συνεχίζει να είναι δημοφιλής και να χρησιμοποιείται στη λαική μουσική. Η αρμόνικα είναι μικρότερη, ελαφρότερη και απλούστερη, αλλά και πιο δύσκολη στο παίξιμο απο το ακορντεόν και έχει οξύτερο ήχο. Είναι διατονική, με διαφορετικές νότες στο άνοιγμα και το κλείσιμο της φυσούνας και γιαυτό απαιτεί συχνό και ταχύτατο ανοιγοκλείσιμο. Οι Έλληνες λαικοί οργανοπαίχτες της αρμόνικας ανέπτυξαν ιδιαίτερη τεχνική, διαφορετική από τη δυτικοευρωπαική. Έπαιζαν πολύ δεξιοτεχνικά και μονοφωνικά τη μελωδία, χωρίς αλλαγές ηχοχρώματος (ρετζίστρα) και συνήθως χωρίς συνοδεία με μπάσα και συγχορδίες. Πολλές φορές αντικαθιστούσαν το βιολί ή σπανιότερα έπαιζαν μαζί μ’αυτό και το παίξιμό τους έμοιαζε με το παίξιμο του βιολιού. Προφανώς χρησιμοποιούσαν αρμόνικες με περισσότερες από μία σειρές κουμπιών, με δυνατότητα για χρωματική κλίμακα. Δεν είναι γνωστό το ακριβές είδος αρμόνικας που χρησιμοποιήθηκε στις δισκογραφήσεις. Επίσης πολλές φορές οι ονομασίες αρμόνικα και ακορντεόν συγχέονται. Φωτογραφία μουσικών με αρμόνικα, σαν αυτήν της photo 3 & 4, σαντούρι (Γιακουμής Μοντανάρης) και κιθάρα, σε γάμο το 1928, υπάρχει στο βιβλίο του Πετρόπουλου (σελ.46). Παρόμοια αρμόνικα, με την επιγραφή «Regal Melodeon», 2 σειρές κουμπιών (10+9), στο δεξί χέρι, 2 ρετζίστρα από πάνω και 4 «κουτάλια» στο αριστερό χέρι, χρησιμοποιούσε ο Νίκος Κουλαξίζης.
Ακορντεόν
Το ακορντεόν στο ρεμπέτικοΤο ακορντεόν είναι λαικό όργανο και χρησιμοποιείται στη λαική μουσική πολλών χωρών. Ο τύπος του ακορντεόν που επικράτησε αποκλειστικά στην Ελλάδα από το 1930 είναι αυτός με πλήκτρα σαν του πιάνου στο δεξί χέρι (piano accordion). Αν και συγκερασμένο, δυτικοευρωπαικής προέλευσης όργανο, κατάφερε, χάρη σε ιδιαίτερες τεχνικές και μελίσματα που ανέπτυξαν οι λαικοί ακορντεονίστες, να ενσωματωθεί στη λαική μας παράδοση και να συμπράξει άνετα ακόμα και με ασυγκέραστα όργανα. Ήταν ένα από τα όργανα της ρεμπέτικης και της λαικής ορχήστρας, του Μάρκου Βαμβακάρη, του Χατζηχρήστου, του Παπαιωάννου, του Τσιτσάνη κ.ά. Αντικαταστάθηκε παροδικά από τη «μόδα» του ηλεκτρονικού «αρμονίου», αλλά ήδη η δημοτικότητά του ανεβαίνει και έχει αρχίσει να επανέρχεται στις ρεμπέτικες κομπανίες.
Λαικοί δεξιοτέχνες της αρμόνικας και του ακορντεόν
Ήδη από τις αρχές του 20ουαιώνα σπουδαίοι λαικοί δεξιοτέχνες της αρμόνικας και στη συνέχεια του ακορντεόν, πλούτιζαν τα παραδοσιακά, τα σμυρνέικα, τα ρεμπέτικα και τα λαικά με τον ιδιαίτερο ήχο του οργάνου τους. Οι γνωστότεροι ήταν ο Αμιράλης ή «Παπατζής», ο Τρίμης και ο Κουλαξίζης. Οι δύο πρώτοι είναι αυτοί που έπαιζαν αρμόνικα στις περισσότερες παλιές γραμμοφωνήσεις των 78 στροφών.
«Παπατζής»
Ο Αντώνης Αμιράλης ή «Παπατζής» (Κορδελιό Σμύρνης 1896 - Αθήνα 1959) ήταν δεξιοτέχνης της αρμόνικας και κατόπιν του ακορντεόν, συνθέτης και στιχουργός. Έπαιζε επίσης βιολί και μπουζούκι. Από τα τέλη της δεκαετίας του 1920 κυριαρχεί στις δισκογραφήσεις με αρμόνικα. Υπάρχουν προσφωνήσεις σε δίσκους «Γειά σου Παπατζή με την αρμόνικά σου!» «Ώπα! Αντώνη μου , μ’έκαψες με τη φύσα σου», «Αντώνη μου! Άχ! Μ’έχει πεθάνει η μισοφωνία σου, Αντωνάκη μου!» «Γειά σου Παπατζή μου, γειά σου!».
Τρίμης
Ο Μιχάλης Τρίμης (Αθήνα 1907-1981) έπαιζε αρμόνικα και ακορντεόν μέχρι το 1960. Ο πατέρας του Σπύρος Τρίμης έπαιζε κι αυτός αρμόνικα και επισκεύαζε αρμόνικες. Όταν έπαιζαν μαζί, τους φώναζαν «ο Τρίμης και το Τριμάκι». Ο Μιχάλης Τρίμης είχε εργαστήριο επισκευής ακορντεόν στην οδό Ζωοδόχου Πηγής με τον γιό του Στέλιο, που μετεκπαιδεύτηκε στο Τρόσσινγκεν της Γερμανίας, στη Χόνερ. Το είχα επισκεφθεί στα τέλη της 10ετίας του 50 αλλά και αργότερα, που μετακόμισαν στην Χαριλάου Τρικούπη 1 και Πανεπιστημίου, για το ακορντεόν μου. Εκεί ο Μιχάλης Τρίμης δούλευε μέχρι το τέλος της ζωής του. Μετά τον θάνατό του, ο Στέλιος με τον γιό του Μιχάλη άνοιξαν μουσικό οίκο στο ισόγειο του ίδιου κτιρίου. Υπάρχουν προσφωνήσεις σε δίσκους «Γειά σου Τρίμη με τη φύσα σου!» «Γειά σου Τριμάκη με τη φύσα σου!» «Γειά σου Τριμάκη με τη φυσαρμόνικα!»
Κουλαξίζης
Ο Νίκος Κουλαξίζης, πρόσφυγας στην Καβάλα με καταγωγή από την Κωνσταντινούπολη, έπαιζε αρμόνικα σε c μπάντα στην Κωνσταντινούπολη. Ο μεγαλύτερος γιός του, πρώτος από 4 αδέλφια αυτοδίδακτους μουσικούς, Γιώργος Κουλαξίζης (γεννηθείς το 1925), κορυφαίος λαικός ακορντεονίστας, έπαιζε επίσης και αρμόνικα. Είχε συνεργαστεί με μεγάλα ονόματα του ρεμπέτικου και λαικού τραγουδιού (Βαμβακάρη, Παπαιωάννου, Τσιτσάνη, Γαβαλά, Καζαντζίδη, Τζουανάκο κ.ά.). Τον διαδέχτηκε ο μικρότερος αδελφός του Λάζαρος (γεννηθείς το 1934), δεξιοτέχνης ακορντεονίστας με επίσης μεγάλη και ακμάζουσα καλλιτεχνική δραστηριότητα, άξιος συνεχιστής της οικογενειακής παράδοσης. Επίσης ακορντεονίστας είναι ο Μπάμπης, ενώ ο Αχιλλέας είναι λαικός κιθαρίστας, μπουζουκτσής, συνθέτης και τραγουδιστής και επισκευαστής ακορντεόν. Είχα την ευκαιρία να γνωρίσω τον Αχιλλέα όταν το 2000 μου έκανε «αναπαλαίωση» στο ακορντεόν και είδα ότι παίζει πολύ δεξιοτεχνικά και ακορντεόν.
Άλλοι
Βασίλης Ψαμμαθιανός, Γιάγκος Ψαμμαθιανός, Στέφος, Ιωάννης Φωτίου ή «Χιώτης», Μαυρόπουλος κ.ά. Ο πατέρας του Στέλιου Κηρομύτη έπαιζε «μισοφωνία». Όπως μου είπε ο Θέμης Ρούσσος, παλιός δεξιοτέχνης ακορντεονίστας, ο πατέρας του, Μικρασιάτης πρόσφυγας στη Δάφνη, χορδιστής πιάνων και κατασκευαστής ομπρελλών, έπαιζε «μισοφωνία» με άλλους πρόσφυγες και είχε φτιάξει μόνος του ακορντεόν.
πηγή
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης
(Atom)
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου